κληρωτός

κληρωτός
-ή, -ό (AM κληρωτός, -ή, -όν) [κληρώ]
αυτός που εκλέγεται με κλήρο, σε αντιδιαστολή με τον αιρετό ή τον χειροτονητό (α. «κληρωτό δικαστήριο» — το ορκωτό δικαστήριο
β. «δημοκρατικὸν μέν... τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχὰς, τὸ δ' αἱρετὰς ὀλιγαρχικόν», Αριστοτ.)
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ὁ κληρωτός
αυτός που καλείται να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία, σε αντιδιαστολή με τον εθελοντή ή τον έφεδρο. Επιρρ. κληρωτῶς (Α)
με κλήρο, με κλήρωση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κληρωτός — appointed by lot masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτός — ή, ό 1. η φράση «κληρωτό δικαστήριο» σημαίνει το ορκωτό δικαστήριο. 2. το αρσ., κληρωτός ως ουσ., αυτός που καλείται για να κάνει τη στρατιωτική του θητεία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κληρωτόν — κληρωτός appointed by lot masc acc sg κληρωτός appointed by lot neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτοῖς — κληρωτός appointed by lot masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτοί — κληρωτός appointed by lot masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτούς — κληρωτός appointed by lot masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτῆς — κληρωτός appointed by lot fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτή — κληρωτός appointed by lot fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτῷ — κληρωτός appointed by lot masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κληρωτά — κληρωτά̱ , κληρωτής one who presided over elections by lot masc nom/voc/acc dual κληρωτής one who presided over elections by lot masc voc sg κληρωτής one who presided over elections by lot masc nom sg (epic) κληρωτός appointed by lot neut… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”